Καρυώτου Μέμη

Η Μέμη Καρυώτου γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Πειραιά. Παρά την οικογενειακή παράδοση δύο γενιών φαρμακοποιών, σπούδασε Διοίκηση και Οργάνωση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιά και εργάστηκε για 27 χρόνια στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Το μικρόβιο της γραφής υπήρχε πάντα μέσα της, και τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκε συστηματικά, γράφοντας διηγήματα και νουβέλες. Ο ΦΥΣΙΟΘΕΡΑΠΕΥΤΗΣ είναι η πρώτη της νουβέλα που εκδίδεται. Ζει στους Θρακομακεδόνες Αττικής, είναι παντρεμένη κι έχει ένα γιό.
Καρυώτου Μέμη
Ο τριαντάχρονος φυσιοθεραπευτής ζει μια φαινομενικά ήρεμη και τακτοποιημένη ζωή. Έχει τον πατέρα του και τη γιαγιά του που τον υπεραγαπούν, έναν επιστήθιο φίλο, οικονομική άνεση και μια δουλειά που λατρεύει. Όμως, λίγο πριν τον ερχομό της καινούργιας χρονιάς, όλα αυτά έπαψαν να έχουν αξία για κείνον. Ένα πράγμα έχει καρφωθεί στο μυαλό του και τον ταλανίζει. Να βρει τις ρίζες του από την πλευρά της μητέρας του. Nα μάθει για τη ζωή της και το θάνατό της και μέσα από αυτήν να γνωρίσει και τον ίδιο του τον εαυτό. Το μόνο που ξέρει είναι πως η μητέρα του κατάγεται από την Τανζανία. Τίποτα άλλο. Ο πατέρας αποφεύγει να μιλήσει για τα περασμένα κι ο Σταύρος πρέπει μόνος του να βρει την άκρη, αλλιώς θα τρελαθεί. Έτσι ξεκινάει μια μεγάλη αναζήτηση με μόνο οδηγό το ένστικτό του και κείνο το χάρισμα που έχει, να ζωντανεύει μέσα από τα όνειρά του σκηνές χαραγμένες στην παιδική του μνήμη αλλά και άλλες που προηγήθηκαν της γέννησής του.
Καρυώτου Μέμη
Είχε σουρουπώσει για τα καλά όταν ο Σταύρος άνοιξε την καγκελόπορτα του σπιτιού του, κάπου στις παρυφές της Πάρνηθας, ίσα ίσα για να βγει και να κάνει ποδαρικό στον εαυτό του. Με μιάν απότομη κίνηση πέταξε πάνω στο κεφαλόσκαλο της εισόδου ένα ρόδι τυλιγμένο σε σακούλα, φωνάζοντας «καλή χρονιά !!!!!». Ύστερα έσκυψε, μάζεψε τη σακούλα με τον πολτό από ζουμί σπυριά και φλούδες, και ξαναμπήκε μέσα βιαστικά. Ο χιονιάς είχε απλωθεί πάνω από το βουνό, σε λίγο θα ξεκινούσε και το χιόνι. Ο Σταύρος έριξε ένα ακόμη ξύλο στο τζάκι, έτριψε τα παγωμένα χέρια του και κατευθύνθηκε προς την κουζίνα, αναποφάσιστος για το αν θα έστυβε εκείνο το ρόδι για να πιει το χυμό, ή θα το πέταγε στον κήπο. «Ας το φάνε τα πουλάκια» μονολόγησε κι ανοίγοντας ελαφρά το παράθυρο σκόρπισε το διαλυμένο ρόδι στο χώμα.
Δείτε παρουσιάσεις βιβλίων εδώ.
Καρυώτου Μέμη

Βιβλιογραφία